Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

Φεγγάρι που σπιθίζει

Θα έρθεις σήμερα με μία θάλασσα κρυστάλλινη στα μάτια
κι ένα πουλί στο στήθος.
Ήλιος ζεστός οι λέξεις σου στο σώμα.
Πλάι στους φόβους μου ρόδο λευκό,
θυσία μικρή στην ομορφιά που φεύγει.
Περνά αδυσώπητα ο καιρός,
τον ουρανό όμως που γνώρισες, δεν θα τον λησμονήσεις.
Γι΄αυτό άλλωστε έζησες,
για να θυμάσαι πως είναι να αγαπάς τον άνθρωπο
στην πιο αγνή, στην πιο ιερή στιγμή του.

Κι όπως θα βυθιζόμαστε αργά μέσα στον χρόνο,
θα μένω να παρατηρώ το φως,
καθώς λούζει με ανταύγειες όλο το πρόσωπό σου.
Ίσως έτσι καταλάβω το τίμημα
για το πέρασμά μου το μοναχικό μέσα στην καταιγίδα.
Πού να βρει θρόνο η χαρά,
όταν η μοναξιά πέφτει συχνά χιόνι πυκνό στους ώμους ;

Θα έρθεις λοιπόν με μία αγκαλιά
και τα σμαράγδια του ουρανού στα χείλη.
Ο θάνατος, μίλια μακριά
και η ζωή,
φως ταπεινό,
φεγγάρι που σπιθίζει ανάμεσα στις λεύκες.

Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2014

Φλοίσβοι

Μες στη σιωπή ένα φως.
Δεν ακούγεται τίποτα άλλο,
μόνο το διάφανο φτερούγισμα του χρόνου.
Ήρθε πάλι η στιγμή που πρέπει να σκάψεις βαθιά μέσα σου
να βρεις εκείνο το κρυμμένο κοίτασμα από ήλιο.
Οι μέρες σου προβάλλουν, νησιά φωτεινά μες στην αιωνιότητα.
Πάντα αγαπούσες τις ώρες,
που αλλάζει χρώματα η θάλασσα κάτω από τα σύννεφα.
Και όταν κανείς δεν καταλάβαινε,
εσύ αναζητούσες να ψηλαφήσεις
τις φλέβες της πέτρας ανάμεσα στα ρόδα.
Παραμυθία στη λύπη το θυμίαμα της μνήμης.

Τώρα το φως σπαρταρά.
της νύχτας το μετάξι αγκαλιάζει τους ώμους ,
ακούς το κύμα που αποσύρεται αργά πάνω από τα βότσαλα.
Κι έχεις καταλάβει πως ήρθε ξανά εκείνη η στιγμή.
Τώρα που δεν έχουμε φτερά, αντέχουμε,
αντέχουμε να προχωρά η ζωή με φλοίσβους.

Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2014

Το απρόσμενο

Σιωπή.
Νερά από σάπφειρο σκιρτούν,
η αθωότητα να φτερουγίζει μες στα μάτια.
Κι εσύ να βλέπεις το απέραντο σε όλη του την έκταση,
τόσο βαθύ, τόσο γαλάζιο.
Δεν ξέρεις πώς να αντικρίσεις το απρόσμενο.
Άλλες φορές να προσπαθείς να αντέξεις τον εαυτό σου
εκείνες τις ώρες τις σκληρές από γρανίτη.
Κι άλλοτε να περιμένεις τις μέρες, που σου υφαίνουνε τα σύννεφα.
Κύκλος η ζωή. Κι εμείς να αναρωτιόμαστε
πόσες φορές θα αλλάξει χρώματα μέσα μας η θάλασσα.
Τώρα που άπλωσε τις ρίζες της η μοναξιά
και τα αισθήματα έγιναν τρόπαια φωτεινά πάνω στα κλαδιά της,
θαρρώ το λένε εξαγνισμό αυτό το νούφαρο,
που πλέει τα βράδια στη λίμνη της οδύνης.
Κι αν δεν υπάρχει κάτι να ειπωθεί,
μάθαμε να βλέπουμε γαλήνια τα χρόνια να κυλούν,
όπως καθρεφτιζονται το πρωί τα πουλιά στο πέταγμά τους.

Έτσι μένει σ'έναν κόσμο από γκρίζο φως
να αναζητά στις φυλλωσιές μία ελπίδα η ψυχή,
και περιμένουμε το απρόσμενο,
τώρα που έγινε η αγάπη χαραυγή στο στήθος.